4848. sumporeuomai
Strong's Exhaustive Concordance
go with, resort.

From sun and poreuomai; to journey together; by implication, to assemble -- go with, resort.

see GREEK sun

see GREEK poreuomai

Forms and Transliterations
συμπεπορπημένους συμπορεύεσθαι συμπορεύεται συμπορευθέντων συμπορεύθητι συμπορευθήτω συμπορευόμενοι συμπορευόμενος συμπορεύομενος συμπορευομένου συμπορευομένους συμπορευομένω συμπορεύονται συμπορεύση συνεπορευετο συνεπορεύετο συνεπορεύθησαν συνεπορευοντο συνεπορεύοντο συνπορευονται συνπορεύονται sumporeuontai suneporeueto suneporeuonto symporeuontai symporeúontai syneporeueto syneporeúeto syneporeuonto syneporeúonto
Links
Interlinear GreekInterlinear HebrewStrong's NumbersEnglishman's Greek ConcordanceEnglishman's Hebrew ConcordanceParallel Texts
4847
Top of Page
Top of Page